- Ἄρτεμιν
- ἌρτεμιςArtemisfem acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μα — (I) (AM μά) 1. μόριο, εισαγωγικό όρκου, το οποίο χρησιμοποιείται και σε περιπτώσεις έντονης διαμαρτυρίας και ακολουθείται από την αιτιατική τού ονόματος ή τού πράγματος που επικαλείται αυτός που ορκίζεται, και λαμβάνεται ως ομοτικό, δηλ.… … Dictionary of Greek
επικαλώ — (AM ἐπικαλῶ, έω) μέσ. επικαλούμαι 1. κάνω έκκληση σε κάτι («σύνεσιν καὶ παιδείαν ἐπικαλούμενον», Δημοσθ.) 2. προσκαλώ ως μάρτυρες 3. παθ. παίρνω παρατσούκλι («Ἀριστόδημον τὸν μικρὸν ἐπικαλούμενον», Ξεν.) 4. (μέσ., στον αρχ. και ενεργ.) καλώ σε… … Dictionary of Greek
μεδέων — Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Πόλη της Φωκίδας. Ήταν χτισμένη πάνω σε λόφο της οροσειράς Δεσφίνης Άσπρων Σπιτιών, σε έναν μικρό όρμο που σχηματιζόταν στον Αντικυραίο κόλπο. Σώζονται ακόμα μερικά ερείπια των τειχών της. Ο Όμηρος τη μνημονεύει στην… … Dictionary of Greek
μελλιέρη — μελλιέρη, ἡ (Α) (στην Έφεσο) αυτή που πρόκειται να γίνει ιέρεια («καὶ τῶν ἐν Ἐφέσῳ περὶ τὴν Ἄρτεμιν ὁμοίως ἑκάστου μελλιέρην τὸ πρῶτον, εἶθ ἱέρην, τὸ δὲ τρίτον παριέρην καλοῡσι», Πλούτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < μέλλω + ἱέρεια] … Dictionary of Greek
προφέρω — ΝΜΑ, και προφέρνω Ν εκφωνώ, αρθρώνω φθόγγους ή φράσεις, ξεστομίζω (α. «δεν μπόρεσε να προφέρει λέξη» β. «ζῷα ἀνθρωπίνας προφέροντα φωνάς», Σέξτ. Εμπ. γ. «μῡθον προφέρων», Ευρ.) μσν. αρχ. φέρνω, δίνω ύπαρξη σε κάτι, παράγω (α. «σοφίαν τοῡ Θεοῡ...… … Dictionary of Greek
συνεπάδω — ποιητ. τ. συνεπαείδω Α 1. ψάλλω μαζί με κάποιον («ἰὼ νεανίδες, συνεπαείδετ Ἄρτεμιν», Ευρ.) 2. άδω συγχρόνως επωδή, λέγω μαγικές επικλήσεις ταυτοχρόνως με κάποιον. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + ἐπᾴδω «τραγουδώ, τραγουδώ ως επωδή, χρησιμοποιώ ξόρκια,… … Dictionary of Greek
Πραξιτέλης — (4ος αι. π.X.). Αθηναίος γλύπτης, γιος του Κηφισόδοτου και πατέρας του Κηφισόδοτου και του Τιμάρχου, επίσης γλυπτών. Ο Πλίνιος τοποθετεί την ακμή του στην 104η Ολυμπιάδα (364 – 361) και ο Παυσανίας αναφέρει ότι έδρασε περίπου το 340. Περί τα μέσα … Dictionary of Greek